14 Αυγούστου 2020

ΜΩΡΕ ΠΑΓΩΝΕΙ Ο ΘΕΡΜΑΙΚΟΣ.... ΡΩΤΑΕΙ Η ΓΟΡΓΟΝΑ.... ΜΩΡΕ ΠΑΓΩΝΕΙ....

 

                                                      ΈΝΑ ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΑ ΠΑΓΩΜΕΝΑ ΜΕΡΗ....


Εγώ, ο θερμαστής, Ιωάννης Αργυρίου του Σταύρου και της Ελένης, από το την Κύμη της Ευβοίας η μάνα μου από την Σμύρνη ο γέρος μου, θα σας διηγηθώ την πιο μουρλή, αλλόκοτη ιστορία....
Έχω μπαρκάρει, στο ατμόπλοιο «
ΣΤΑΜΑΤΙΝΑ», του καπετάν Εμπειρίκου. Εμένα που με βλέπετε, έχω πενήντα παιδιά, στα δέκα πέρατα του κόσμου. Νέος ήμουν, η ζέστη μου ήταν πιότερη από τους άλλους. Καιγόμουν, πως να σας το πω. Σαν έβλεπα θηλυκό γατί αναψοκοκκίνιζα.
Δεν μου λες παιδί μου το ρημάδι το 
μαντζαφλάρι γράφει;
-Ναι
 μαστρο Γιάννη γράφει, η μπομπίνα...
-Άκου
, βρε τι μου συνέβη. Εμένα που γύρισα τον κόσμο καμιά δεκαριά φορές... Και μου συνέβη, στην Σαλονίκη. Βρε θα σου πω κάτι και πες το παντού... Σαν τις Σαλονικές στο κρεβάτι βρε, δεν υπάρχει καμιά γυναίκα στον κόσμο. Μόνο που κουβαλάν, ένα σωρό αρρώστιεςλευκόρροιεςπυόρροιεςβλεννόρροιες και σε όλα τα ... όρειες... Πρώτες και καλύτερες, αυτές στα πατσατζίδικα... Δήθεν, τρώνε πατσά σε κογιονάρουν, σκάνε κάτι χαμόγελα και σου κλείνουν το μάτι... Τι να κάνεις εσύ, τόσους μήνες στα καζάνια να φτυαρίζεις κάρβουνα... Πας με τα μπούνια.... Έχεις δει μπούνι βουλωμένο στον καιρό; Τι να σου πω μπεζεβέγκη... Που να καταλάβεις εσύ...
Που λες διαβολεμένε, ήταν ένας χειμώνας, που όλες οι θάλασσες, έβγαζαν φίδια... Τι ήταν εκείνος ο χειμώνας. Η «
ΣΤΑΜΑΤΙΝΑ» είχε έξη μήνες δοκιμάσει τους πιο διαβολεμένους καιρούς... Να χιόνια, να αστραπές... Ομίχλες... Σκατοκατάσταση... Και έλεγα στην πλώρη, στους συναδέλφους «που θα πάει, σαν φτάκουμε στα πατρώα εδάφη, θα ζεσταθεί το κοκαλάκι μας». Και δώστου τα ονείρατα, τα γέλια και τα πειράγματα... Είχαμε και ένα τζοβενάκι, ερωτευμένο με μια Ομβριά... Θα τον είχε τυλίξει τον δύσμοιρο... Του έλεγες, φέρε ένα μπότο μίνιο... Και αυτός χανόταν στα μαγαζιά, ρεμβάζοντας.... Θα ήταν ο νους του στην Ομβριά...
Να μην σας τα πολυλογώ... 
Έφτακε η Άγια ημέρα, που θα καβατζάραμε το Ταίναρο... Και μετά η πατρίδα μας... Το Αιγαίο... Πόσα χρόνια είχα να ταξιδέψω στο Αιγαίο...
-Εδώ
 μαστρο Γιάννη, έχω ακούσει ότι χιλιάδες ναυτικοί, ταξίδευσαν στην ζωή τους και Αιγαίο δεν είδαν...
-Σοφά
 μιλάς... Και πρόσεξε, αυτά που λένε, είναι μισή αλήθεια, μισό ψέμα... Γιατί, μην ξεχνάς ότι σχεδόν όλοι πάγαιναν Μαύρη θάλασσα... Αλλά όταν λέμε Αιγαίο, λέμε για τα Διαβολόννησα, τις Κυκλάδες και τα ρέστα... Όλοι μασάνε τα λόγια τους. Ανάθεμα το στόκολο... (και έφτυσε ο μαστρο Γιάννης).
Και όσο ανεβαίναμε, 
akrat τι σκατά όνομα είναι τούτο, τόσο η έκπληξη μεγάλωνε... Τι ήταν εκείνος ο χειμώνας; Όλα κρύα, Χιόνια παντού. Το μπαπόρο κατάλευκο... Περάσαμε την Πελοπόννησο και όλα κατάλευκα... Το κρύο, το διαβολόκρυο είχε παγώσει ως και τα πουλιά μας. Όχι ρε τα πετούμενα χαχα τα άλλα...
Ανεβαίναμε, κόστα κόστα πάνου περάσαμε ανοικτά το Σούνιο... Ένας αγέρας... Ένας παγωμένος αγέρας.... Έτριζε η «
ΣΤΑΜΑΤΙΝΑ», την ταγίζαμε όλη την ώρα κάρβουνο, μπας και περάσουμε τον Κάβο Ντόρο... Μαρτύρια του Ιησού... Μας σταύρωσε ο καιρός... Που να φας... Δουλειά ύπνος



Και όμως ο θερμαστής είχε δίκαιο...


και χαμ με γαλέτα...
Με τα πολλά, περάσαμε το 
Νεγρεπόντε, ανεβήκαμε και περάσαμε τα Διαβολόννησα και φτάκαμε κοντά στην Σαλονίκη... Όλα μέσα στην ομίχλη. Το θεριό, η θάλασσα ήρεμη. Και ένα κρύο. Μα τον Άγιο Νικόλα, τέτοιο κρύο, στην Ελλάδα δεν είχα δει ποτές. Μπήκαμε ήρεμα, στον Θερμαϊκό κόλπο... Και για μεγάλη έκπληξή μας είδαμε δεκάδες μπαπόρια σταματημένα. Παράξενο... Ναυτικοί μας κοίταγαν κουνώντας τα μαντίλια τους... Οι μπουρούδες να μας χαιρετάν. Δίπλα μας ένα μπαπόρο από την Ολλάνδα...
Σταματά ο 
καπετάνιος αρόδο και καταβάζει την βάρκα. Πάει στο Ολλανδέζικο καράβι... Περνάει μια ώρα, περνάνε δύο, με τα πολλά μετά από τέσσερις ώρες, βλέπουμε την βάρκα να έρχεται...
Ανεβαίνει, τρεκλίζοντας και τραγουδώντας ένα Αρβανίτικο τραγούδι... «Μπρε ακαμάτηδες τι με κοιτάτε... Είχε ο μπάσταρδος, ένα 
ουίσκι... Όχι σαν τα δικά μας, μα ένα ουίσκι... τα τσούξαμε... ΡΙΞΤΕ ΤΙΣ ΑΓΚΥΡΕΣ...»
Τον πήγαμε, σηκωτό στην καμπίνα του... Τι βρώμα ήταν τούτη... Γυρνάω και ρωτώ με απορία το 
καμαρωτάκι, των αξιωματικών, με τα μάτια... Γιατί;... Πως το κατάλαβε και μου λέει «δεν με αφήνει να μπαίνω»...
Μετά από ώρες, σαν ξύπνησε, μάθαμε τα νέα.... ΠΑΓΩΣΕ Ο 
ΘΕΡΜΑΪΚΟΣ....
Λες και ήταν Πρωταπριλιά...
Μα τους Άγιους Προφήτες, ήταν λέει δύο μέτρα βάθος ο πάγος... Μα είναι δυνατόν; Στην Ελλάδα πάγος στην θάλασσα;.... ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ.... (για άλλα θέματα)