Δεν ξέρω τι ήταν το σημερινό. Μια παρόρμηση σαν βγήκα από την εκκλησιά του Αγίου Ελευθερίου.... Η λαμπάδα που άναψα για τους "αναχωρούντες" από καιρό σαν κοίταγα τον καπνό που έβγαζε με είχε συνεπάρει... Σκεπτόμουν ότι με κάποιο μεταφυσικό τρόπο οι προσευχές μου για τους ζώντες εις τους άνω ευρισκόμενους με κάποιο τρόπο θα εισακούονταν... Και σκεπτόμενος τι με έχει κάνει να αισθανθώ ωραία πραγματικά ωραία το τελευταίο 4μηνο ανακάλυψα ότι ήταν μια ολονυχτία για τον Άγιο Χαράλαμπο και μια βραδιά ποιήσεως πριν μια ή δύο βδομάδες.
Μεταξύ των ζώντων ΕΥΤΥΧΩΣ και που να γίνει ως τα ψηλά βουνά ευρίσκεται και ο εκδότης Διαμαντής που έχει τον εκδοτικό οίκο ΦΑΡΦΟΥΛΑΣ....
http://www.farfoulas.gr/. Αυτός ο άνθρωπος μια βροχερή ημέρα με είχε καλέσει σε ένα μπαρ ή μάλλον ένα απόλυτα ζεστό χώρο στου παλαιού συμμαθητού μου το κατάστημα δηλαδή στου Κου Μπάμπη...
Εκεί θα γινόταν μια παρουσίαση μιας εκδόσεως γύρω από μια ποιητική συλλογή μιας ποιήτριας που ονομαζόταν Δούμου Σ. Τι να κάνω εκείνη την ημέρα τα πράγματα σπίτι ήταν μπίζουλα. Καβάλησα το τουτού και πήγα. Έχω μια αγάπη για τις ποιητικές βραδιές που νέος με μάγευαν και μεσήλικας μόνο πλέον σε εξαιρετικές περιπτώσεις με γοητεύουν (έχω βαρεθεί την λέξη γητεύω...).
Και ειλικρινά εκείνη την βραδιά αισθάνθηκα σαν να πετάω σε εικόνες, σαν το μυαλό μου να αλλάζει επίπεδα και πάνω από όλα με έκανε να αισθανθώ ωραία με έναν άγνωστο συνάνθρωπό μου την ποιήτρια Κα Στέλλα Δούμου.
Τι μαγεία εικόνων ήταν αυτή σαν άρχισαν οι απαγγελίες. Τι πετάγματα νου και τι ωραία γλώσσα ήταν αυτή.
Συνιστώ να πάτε ως τις εκδόσεις ΦΑΡΦΟΥΛΑ και να αγοράσετε την ποιητική συλλογή πάραυτα. Από το δεύτερο τμήμα του βιβλίου τσιμπήστε ένα ποίημα σπέσιαλ αφιερωμένο από εμένα για σας
ΤΙΜΩΡΙΑ
Η νύχτα λιγοθυμούσε στης ρίγανης
τα υψηλά νοήματα.
Θαυμαστικά ξεμασκαρευότανε το καλοκαίρι
και τα δέντρα παίζανε φθινόπωρο
μα χωρίς όρεξη.
Όλα φορούσαν κάτι παράξενο
σαν από λέπι φεγγαριού.
Ραμμένοι στο σκηνικό εμείς
–τυφλοί σχεδόν στις λεπτομέρειες–
καίγοντας κάθε τόσο
τ’ ανείπωτα με πείσμα
στο κόκκινο μέσα της καρδιάς
ασχημονούσαμε.
Τότε ήταν που σηκώθηκε μια Ανδρομέδα
και μας έδειρε
γιατί δεν ησυχάζαμε
σε αλήθειες που ανασαίνανε
παρά λέγαμε ψέματα
μέχρι που γίναμε εχθροί.
[Από την ενότητα ‘’Μέλισσες σφουγγαρίζουν τις κοιλάδες’’]