4. Ὁ γιὸς τοῦ τυφλοῦ1
Στίχοι: Εὐάγγελος Ζάχος Μουσική: Λάμπρος Τσίγγας Ἑρμηνεία: Ἀργύρης Μπακιρτζῆς & Κώστας Σιδέρης
Τὸν εἶδα νά ῾ρχεται μέσ᾿ ἀπ᾿ τὰ χιόνια
καλπάζει ἀνάλαφρος στὴν καταχνιά,
μὲ τ᾿ ἄσπρο του ἄλογο ἀπ᾿ ἄλλα χρόνια
σὰν παραμύθι ἀπ᾿ τὰ παλιά.
Γκὲλ καρντὰς γκέλ!2
ἐγὼ εἶμ᾿ ὁ Κιόρογλου
γιὸς τοῦ τυφλοῦ.
Μὲς τὸ μαρμάρινο κι ἀβέρτο ἁλώνι
τοὺς δράκους πάλεψε μὲ τὰ φτερὰ
κι ὅσοι τὸν γνώρισαν σαστίσαν ὅλοι
καὶ κάποιο κλάψανε ἀπὸ χαρά.
Γκὲλ καρντὰς γκέλ,
ἐγὼ εἶμ᾿ ὁ Κιόρογλου
γιὸς τοῦ τυφλοῦ.
Στοὺς κάμπους διάβηκε μὲς τὸ λιοπύρι
ἴδιος ἀρχάγγελος, τρελλὸς βοριᾶς
κι ὅπου κι ἂν πάτησε κόκκινοι κρίνοι
φυρτώσαν χάρισμα τῆς λεβεντιᾶς!
Γκὲλ καρντὰς γκέλ,
ἐγὼ εἶμ᾿ ὁ Κιόρογλου
γιὸς τοῦ τυφλοῦ.
Κι εἶπα καρντάσι μου τί μὲ κοιτάζεις
φόρα τὸ ροῦχο σου τὸ κρεμεζὶ
καβάλα στ᾿ ἄλογο καὶ μὴ διστάζεις
βιτσιὰ στὸ φάρο σου κι ἔλα μαζί!
Γκὲλ καρντὰς γκέλ,
ἐγὼ εἶμ᾿ ὁ Κιόρογλου
γιὸς τοῦ τυφλοῦ.
Ὁ Κιόρογλου εἶναι λαϊκὸς ἥρωας τῶν Τούρκων ποὺ ἔδρασε κυρίως στὴ Μικρὰ Ἀσία, ἂν καὶ ἡ καταγωγή του ἦταν ἀπὸ τὴν Καππαδοκία. Εἶναι ἥρωας-ἐπαναστάτης προστάτης τῶν φτωχῶν καὶ καταπιεσμένων ἐνάντια στοὺς ἰσχυρούς. Ἡ αἴγλη ποὺ τὸν συνόδευε ἦταν τόση, ποὺ τὸ ὄνομά του ἦταν θρύλος καὶ ἀνάμεσα στοὺς χριστιανικοὺς πληθυσμούς. Καὶ σήμερα ἀκόμη ἔχει ἐπιβιώσει ἕνας μουσικὸς σκοπὸς ποὺ φέρει τὸ ὄνομά του καὶ ἀποτελεῖ τὸν «τοπικὸ ὕμνο» τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς Λέσβου, ἀκουόμενος σὲ πανηγύρια καὶ ἑορταστικὲς ἐκδηλώσεις. Ὁ σκοπὸς αὐτὸς μεταφυτεύτηκε αὐτούσιος στὴν δεκαετία τοῦ 1920. Βλ. Ν. Διονυσόπουλος, Λέσβος Αἰολίς. Τραγούδια καὶ χοροὶ τῆς Λέσβου, Πανεπιστημιακὲς ἐκδόσεις Κρήτης, 1997, Β6, 112 -117, (Ἂτ χαβασὶ ἢ Κιόρογλου). Κιόρ: τυφλός. Ὀγλού: γιός. Γκέλ: ἔλα. Καρντάς: ἀδερφός. Κόκκινοι κρίνοι: ἰδιόμορφο βολβῶδες φυτὸ μὲ μεγάλα κόκκινα ἄνθη καὶ ἔντονη εὐωδιά. γίνεται περίπου 0,40μ ψηλὸ καὶ εἶναι αὐτοφυὲς στὴν Μ. Ἀσία καὶ τὰ ἀπέναντι νησιά, ὅπως π.χ. τὴν Λέσβο. | 1. Κιόρογλου εἶναι τὸ ὄνομα τοῦ Καππαδόκη ἥρωα τῆς μεγαλύτερης τουρκικῆς ἐποποιίας «Κιόρογλου Ντεστανῆ» καὶ σημαίνει «ὁ γιὸς τοῦ τυφλοῦ». Σ᾿ ἕνα δεύτερο ἐπίπεδο «ὁ γιὸς τοῦ ἄπιστου», τοῦ «κιαφίρ», τοῦ «γκιαούρη», δηλαδὴ τοῦ ἄπιστου χριστιανοῦ ποὺ παντρεύτηκε μία πιστή, μιὰ μουσουλμάνα. Ἀνάλογος καὶ ταυτόσημος εἶναι καὶ ὁ Καππαδόκης ἥρωας τῆς μεγαλύτερης ἑλληνικῆς ἐποποιίας, ὁ Διγενὴς Ἀκρίτας. Κι αὐτὸς εἶναι γιὸς τοῦ ἄπιστου ἐμίρη, τοῦ μουσουλμάνου ποὺ παντρεύτηκε μία πιστή, μιὰ χριστιανή. Ὁ Διγενὴς Ἀκρίτας, ὅπως ἀπέδειξαν διάφοροι ἐρευνητὲς (Ἐνρὶ Γκρεγκουαρ, Διγενὴς Ἀκρίτας, Νέα Ὑόρκη, 1942), ἦταν συγγενὴς καὶ σύμμαχος μὲ τοὺς Μανιχαϊστὲς Παυλικιανούς, Ἀρμένιους καὶ Ποντο-Λαζοὺς δυϊστές, ποὺ πίστευαν πὼς ὁ κόσμος κυβερνιέται ἀπὸ δυὸ δυνάμεις ποὺ ἀντιπαλεύουν αἰωνίως ἡ μιὰ τὴν ἄλλη. Τὴ δύναμη τοῦ καλοῦ καὶ τὴ δύναμη τοῦ κακοῦ, τὴ δύναμη τῶν λαϊκῶν, καὶ τὴ δύναμη τῶν ἐκμεταλλευτῶν εὐγενῶν. Ἦταν σύμμαχος μὲ ὅσους στήριξαν τὴ φιλολαϊκὴ δυναστεία τῶν Ἰσαύρων, εἰκονοκλαστῶν καὶ ἀντιλατίνων, μὲ ὅσους στήριξαν τὸ Σχίσμα τοῦ Φωτίου μὲ τὴ λατινικὴ Ἐκκλησία τῆς Ρώμης καὶ γενικὰ τὴν ἀπελευθέρωση τῶν δουλοπάροικων καὶ τὸ ἀντι-φεουδαρχικὸ κίνημα στὸ Βυζάντιο. Ὁ Κιόρογλου, ἀπὸ τὴν ἄλλη, ἦταν ἕνας ληστὴς ἐπαναστάτης ποὺ σ᾿ ὅλη του τὴ ζωὴ πάλεψε ἐνάντια στοὺς Ὀθωμανοὺς τοπάρχες καὶ στὸ Σουλτάνο, ὅταν αὐτοὶ αὐθαιρετοῦσαν εἰς βάρος τῶν μικρῶν οἰκισμῶν καὶ τῶν ἀνεξάρτητων κι αὐτοδιοικούμενων κοινοτήτων τῆς Μικρασίας. Καὶ οἱ δυὸ Καππαδόκες φέρουν μὲ περηφάνεια τὰ προσωνύμια τῆς διπλῆς θρησκευτικῆς τους καταγωγῆς. Φαίνεται, λοιπόν, πὼς καὶ οἱ δυὸ εἶναι ἕνας καὶ ὁ αὐτὸς ἥρωας κι ὅτι ὁ Κιόρογλου εἶναι μετεξέλιξη τοῦ Διγενῆ Ἀκρίτα.
Δυστυχῶς, τὸ ἔπος τοῦ Διγενῆ Ἀκρίτα, ποὺ θεωρεῖται καὶ ἐθνικό μας ἔπος, δὲν κυκλοφορεῖ στὴν Ἑλλάδα. Τὰ πέντε χειρόγραφα ἀπὸ τὰ ὁποῖα μᾶς εἶναι γνωστό, τὰ χειρόγραφα τῆς Ἄνδρου, τῆς Τραπεζοῦντας, τῆς Γκρόττα Φερράτα τῆς Ρώμης, τῆς Ὀξωνίας καὶ τοῦ Ἐσκουριὰλ τῆς Μαδρίτης, δὲν εἶναι γνωστὰ στοὺς Ἕλληνες ἀναγνῶστες, ἀλλὰ οὔτε καὶ στοὺς ἐκδότες. Ἀντίθετα, τὸ ἔπος τοῦ Κιόρογλου κυκλοφορεῖ στὴν Τουρκία καὶ σὲ ἐπιστημονικὲς ἀλλὰ καὶ σὲ λαϊκὲς ἐκδόσεις, ποὺ βρίσκει κανεὶς στὰ παζάρια.
2. Γκέλ, καρντάς, γκέλ, στὰ Τούρκικα σημαίνει «ἔλα, ἀδερφέ, ἔλα». Ἡ λέξη «καρντὰς» χρησιμοποιεῖται κυρίως στὴ Βόρεια Ἑλλάδα καὶ γι᾿ αὐτὸ οἱ Νότιοι ὀνομάζουν τοὺς Σαλονικιοὺς «καρντάσηδες» ἢ «καρντάσια». |
Πάρα πολύ ενδιαφέρον! Δεν ήξερα τίποτα σχετικό.
ΑπάντησηΔιαγραφήχαίρομαι που σου άρεσε χάρηκα και εγώ
ΔιαγραφήΠολύ ευχαριστούμε για την υπενθύμιση..αν γίνεται να το συνεχίσεις
ΑπάντησηΔιαγραφήκαλημέρα για να δούμε θα έχουμε όρεξη? χαίρομαι που στα θύμισα
ΔιαγραφήΆλλη μια εκδοχή του... Ρομπέν των Δασών.
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο όνομά του μου θύμισε τον Κιόρ (τυφλό)-Αλή
στον Χατζημμανουήλ! Οκ, άσχετο, αλλά μου αρέσει
η λέξη "κιόρ"...
καλημέρα ότι συνδιάζουμε καλό είναι
ΔιαγραφήΤο άσμα αγαπημένο όπως κι ο Αργύρης. Δεν ήξερα όμως την ιστορία του τραγουδιού κι όλες τις λεπτομέρειες που αλίευσες.
ΑπάντησηΔιαγραφήΤην καλησπέρα μου Ακράτ!
καλησπέρα είδατε το μπλογκ μου είναι ιστορικό μεταξύ άλλων χαχα
ΔιαγραφήΠόσο θαυμάζω το Ζάχο Παπαζαχαρίου, και πόσο απολαμβάνω τα βιβλία του που μου ανοίγουν κόσμους.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαι πόσο χαίρομαι όταν συναντιόμαστε σ' αυτές μας τις αγάπες φίλε Akrat!
αφού σκέπτομαι Δάφνη μου να αλλάξω πολιτικές ιδέες και να γίνω Ζαχοδικός.. χαχα
Διαγραφήέχουμε σχέση με την Ανατολή, και ας μάς θέλουν να ανήκουμε... στην Δύση...
ΑπάντησηΔιαγραφήΧαίρετε, φίλε!
Μοιάζει με τον Τσακιτζή!
ΑπάντησηΔιαγραφήhttp://psonthomfanix.blogspot.gr/2013/11/blog-post_7.html
μερσι που πέρασες,
ΑπάντησηΔιαγραφήκαλό βράδυ, να πω...
και με υγεία αυτήη εβδομάδα που μάς έρχεται...