16 Φεβρουαρίου 2015

ΟΙ ΒΡΥΚΟΛΑΚΕΣ ΤΗΣ ΚΥΜΗΣ ΚΑΙ Ο ΑΓΙΟΣ ΚΥΠΡΙΑΝΟΣ...


Ήταν λίγο μετά τα μεσάνυχτα. Οι χωριάτες κύκλωναν από παντού την Κούμη. Την Κούμη που η βροχή ξεχνάει να σταματήσει. Την Κούμη που σαν αρχίσει ο χιονιάς ούλα τα πλακώνει...

Από την βορεινή πλευρά μετά από οκτώ ώρες σίμωναν την αξημέρωτη πόλη οι Μετοχιάτες. Με μια σειρά μουλάρια γεμάτα ζαρζαβάτια. Για να φάει η Κούμη. Φασούλες, κολοκύθια, πατάτες. Ότι είχαν. Και είχε ένα κρύο διαβολεμένο με την χοντρή βροχή της Κούμης.

Από την νότια περιοχή ερχόντουσαν τα άλλα ζώα από τα νότια χωριά. Οριό, Αυλωνάρι, Αχλαδερή. Φορτωμένα τα ζα ως τα μπούνια που λεν οι ναυτικοί. Άκουγαν στα χωριά τον αργό καλπασμό των μουλαριών. Και τον χωριάτη με τα γουρουνοτσάρουχα βρεμένος να πάει να πουλήσει στο παζάρι. Να πάρει τα χρειαζούμενα για το σπιτικό. Να πάρει ένα παπούτσι για τα μυξιάρικα...

Δεν είναι λίγο μέσα στην αντάρα να αφήνεις το τσαρδί σου να παγαίνεις οκτώ ή πέντε ώρες δρόμο μέσα στο αγιάζι... Πίσω πάντα πιστός σύντροφος ο σκύλος. Σκελετωμένος, λιγδιάρης ένα σίχαμα την σήμερον εποχή...

Για να περάσει η ώρα στο ταξίδι ο Σταύρος ο επονομαζόμενος Μυτόγγας – ένεκα ότι σνίφαρε τον ταμπάκο και έτρεχε αιωνίως η μύτη του - υπολόγιζε την πραμάτεια του. Ήταν γεμάτα τα τρία μουλάρια με πατάτες, τυρί που είχε σάξει ο ίδιος και λάδι δικό του. Η αλήθεια είναι ότι δεν ήταν το λάδι σπέσιαλ αλλά μούργα δεν το λες... Είχε φυσικά τους βαθμούς του... Αλλά δεν θα το πάρουν οι πρωτευουσιάνοι... Ας κάνουν κι αλλιώς...

Ήταν από το Οριό, ο Σταύρος ξερακιανός, κοντός μαυριδερός από την ενασχόληση στα χωράφια. Είχε φτάσει στο τελευταίο χωριό πριν την Κύμη στην Ενορία. Άφησε τα ζώα στον αμαξωτό και τράβηξε κατά την εκκλησιά που όμως συνάντησε ήδη δύο συγχωριανούς να έχουν ξεπεζέψει. Καληνύχτισε βρίζοντας για την ατυχία του... Και έχουν τόσους παράδες στο χωριό αυτό... Βλαστημώντας άρχισε τον μεγάλο κατήρφο. Από μακριά έβλεπε λίγα αχνά φωτάκια της Κύμης. Το φως της Εταιρίας Ηλεκτρισμού είχε ήδη κλείσει. Είχε περάσει το μεσάνυχτο.. Πήρε μια τελευταία μυτιά από την σκόνη καπνού κατούρησε και κίνησε. Αυτή η κατηφόρα... Τα κυπαρίσσια της Παναγιάς της Λιαουτσάνισας φαίνονταν καθαρά. Ήταν και οι αστραπές.. Κατηραμένη Κούμη... Όλοι οι διαβόλοι την καταριούνται με τον βρομόκαιρο τους.... Ο σκύλος άρχισε να αλυχτάει μέσα στην νυχτιά. Ο βοριάς λυσσομανούσε, τα μουλάρια ήταν ανήσυχα. Ξεύρανε τον κατήρφο. Ξεύραν τους κινδύνους... Αυτός όμως δεν κατείχε τα μελλούμενα... Πήρε μια βέργα που βρήκε από «κάτου» και άρχισε να βρίζει και να βαράει τα μουλάρια... Ο σκύλος απομακρύνθηκε με την ουρά «πο κάτου». Κίνησε «κατέ πίσου» αλλά πως να πάει κόντρα στην δουλική του φύση.... Υποτάχθηκε.... Τρέμοντας ακολουθούσε. Άρχισε να χιονίζει. Βροχή με χιόνι. Κατάρα.... Ποιος θα βγει αύριο στο παζάρι. Θα με «μουλώσει» το χιόνι σκέφτηκε... Κατάρα...

Ήταν καμιά ωρίτσα μετά την Ενορία που έφτασε στο τρίστρατο. Για να είμαι ακριβής δύο στροφές πριν. Έγινε επανάσταση... Ανταρσία.... Ο σκύλος με γυμνά δόντια και τρίχωμα κάγκελο γάβγιζε δαιμονισμένα.... Τα μουλάρια αυτά τα δουλικά ζώα στύλωσαν τα πόδια και δεν κινούσαν «ρούπι»... Τι στο διάβολο συμβαίνει εδώ. Το αγιάζι θέριεψε... Τώρα είχε σταματήσει και η βροχή και το χιόνι. Ένας τρομερός αγέρας σηκώθηκε. Το καμπαναριό χτυπούσε άναρχα από τον Άγιο Θανάση. Από το ξωκλήσι του Άγιου Γιάννη η καμπανίτσα χτύπαγε ίδιο με κατσίκι με την κουδούνα του... Μια αλεπού γρήγορα έτρεξε και χάθηκε.... Ένας λαγός ανάμεσα στις φτέρες έτρεξε κάνοντας εκκωφαντικό θόρυβο....

Με χίλια ζόρια ο Σταύρος κατάφερε τα μουλάρια να κινήσουν.... Το τελευταίο πίσου πίσου σπάει το σχοινί και εξαφανίζεται αφηνιασμένο.... Πάνε οι πατάτες, τα κρεμμύδια δεξιά αριστερά... Τι να κάνει... Να κυνηγήσει το αφηνιασμένο να μαζώξει την πραμάτεια... Δαίμονες και τριβόλοι .... Βρισιές, παρακάλια.... Με τα πολλά κινά και φτάνει στο τρίστρατο....

Ο αστυνομικός διευθυντής συνοφρυωμένος στην Κούμη συνεδριάζει με τον Δέσποτα στο Δεσποτικό.... Του εξηγεί ότι θα υπάρχει μια λογική εξήγηση. Ένας νεκρός κατακρεουργημένος, δύο μουλάρια μισοφαγωμένα δεν είναι ένα καθημερινό γεγονός. Ο Δέσποτας αδυνατεί να τιθασεύσει το πλήρωμα της Εκκλησίας.... Είναι το τρίτο περιστατικό με τα ίδια χαρακτηριστικά την τελευταία εικοσαετία... Ούλο το χωριό λέγει ότι φταίει που κατέστρεψαν το νεκροταφείο το παλαιό στον Άγιο Θανάση και το έκαμναν κάτω στην Παναγιά την Λιαουτσάνισα... Τα πνεύματα του κακού αγρίεψαν.... Και εκδικούνται για την άδικη μεταφορά....

Οι ταβέρνες άδειες.... Οι βεγγέρες πλέον δεν γίνονται.... Τα σουαρέ κόπηκαν. Μονάχα οι μουρλοί της Κούμης πάνε και έρχονται Βασιλιάδες σε μια έρημη πολίχνη.... Οι μεθύστακες παίρνουν από το μεσημέρι το κρασί και κάθονται και πίνουν με τις γυναίκες τους.... άκουσον, άκουσον... Στο σπίτι.....

Το χωριό είναι έξαλλο. Ζει μόνο ως το απόγευμα... Τα μαγαζιά κλείνουν νωρίς... Τα ξυλουργία αργούν να παραδώσουν τα έπιπλα... Ως και το εργοστάσιο οινοπνεύματος δουλεύει μονοβάρδια.... Κανείς δεν μπορεί να σταματήσει το μεγάλο κακό που διαδίδεται παντού.... ΒΡΥΚΟΛΑΚΕΣ.... Σκόρδα επιτάσσονται, οι παπάδες έχουν πάρει τα προσευχητάρια, εξομολογούν γίνονται λιτανείες.... Η εικόνα της Παναγιάς της Λιαουτσάνησας βγαίνει και περιφέρεται στον τόπο του κακού... Για μια κακή σύμπτωση ο ένας από τους τρεις που τη κρατά λυγίζει σαν φτάνουν στο τρίστρατο μέρα μεσημέρι... Οι άλλοι δύο με χίλια ζόρια σώζουν το προσκύνημα.... Αλλόφρων ο  κοσμάκις τραβάει τα μαλλιά του... ΒΡΥΚΟΛΑΚΕΣ..... Τότε ο Δέσποτας σταματά επί τόπου και υψώνει τον Σταυρό.... Όλοι στα τέσσερα... Μονάχα οι τρελοί του χωριού γελούν... Τους βαρούν και τους υποχρεώνουν να πέσουν και αυτοί κάτου...Με στεντόρεια φωνή ο Δέσποτας λέγει... ΕΔΩ... ΕΔΩ... ΘΑ ΚΤΙΣΟΥΜΕ ΤΟ ΕΚΚΛΗΣΑΚΙΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΚΥΠΡΙΑΝΟΥ.... ΝΑ ΦΥΓΕΙ ΤΟ ΚΑΚΟ....

9 σχόλια:

  1. Ευτυχώς διάβασα την ιστορία μέρα και δεν τρόμαξα όσο θάπρεπε.
    Αν κατάλαβα καλά το συμπέρασμα που βγαίνει από την όλη ιστορία είναι ότι ο άγιος Κυπριανός ήθελε σώνει και καλά το δικό του εκκλησάκι και προκειμένου να το πετύχει έβαλε τους βρικόλακες να σφάξουν κάμποσους χωρικούς.
    Ή μήπως όχι;

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. χαχα

      εγώ πάντως δεν ήθελα να πω κάτι σαν συμπέρασμα. ΤΙΣ ΛΑΙΚΕΣ παραδόσεις ξεαραχνιάζω αυτό και μόνο

      Διαγραφή
  2. Μ' αρέσουν οι ιστορίες με τους βουρδούλακες!

    Πάντως ήξερα πως κάθε χωρίο έχει και τον τρελό του.
    Τι σόι χωριό είν' τούτο με πολλούς τρελούς?

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. χαίρομαι φίλε.... ΝΑΙ ΟΝΤΩΣ ΤΟ ΧΩΡΙΟ ΜΟΥ ΕΧΕΙ κάργα... αλλά έχει όπως όλα τα χωριά ΞΕΧΑΣΜΕΝΕΣ παραδώσεις και μεταφυσικά... αυτά προσπαθώ να ανασύρω... τα καταφέρνω λιγουλάκι;

      Διαγραφή
  3. Τρομερή ιστορία και εξαιρετική αφήγηση.μπράβο!περιμένουμε και τις επόμενες

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Aκρατ,και κάτι άλλο .Προσπαθώντας να στείλω σχόλιο σαν ανώνυμο μου βγάζει το εικονίδιο αποδείξτε πως δεν είστε ρομπότ.Ξέρεις γιατί γίνεται αυτό;έχεις κάνει πρόσφατα κάποια ρύθμιση;ή είναι τερτίπια της google

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. amazonsday

    καλημέρα για πες τώρα έσαξε ; ευχαριστώ για τα κοπλιμέντα ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  6. Κωνσταντίνος Καβάφης «Οὐκ ἔγνως»

    Για τες θρησκευτικές μας δοξασίες —
    ὁ κούφος Ἰουλιανός εἶπεν «Ἀνέγνων, ἔγνων,
    κατέγνων». Τάχατες μᾶς ἐκμηδένισε
    με το «κατέγνων» του, ὁ γελοιωδέστατος.

    Τέτοιες ξυπνάδες ὅμως πέρασι δεν ἔχουνε σ’ εμᾶς
    τους Χριστιανούς. «Ἀνέγνως, ἀλλ’ οὐκ ἔγνως• εἰ γαρ ἔγνως,
    οὐκ ἄν κατέγνως» ἀπαντήσαμεν ἀμέσως.

    ΕΦ ΟΛΗΣ ΤΗΣ ΥΛΗΣ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. καλημέρα και καλή εβδομάδα

      ΤΙΜΗ ΜΟΥ ΠΟΥ ΓΡΑΨΑΤΕ

      Να μας έχει καλά ο Ύψιστος

      Διαγραφή

λαλατε