Ήμουν, ψαχνόμενος εις τα ενδότερα του Είναι μου....
Και ανακάλυψα το τρομερόν ΤΙΠΟΤΑ....
Κενόν, σκότος και έρεβος διαλυόμενον υπό του γύπα...
"Ο Γύπας ο γυπαετός,
που είναι πάντα σαν τρελός,
πηδάει στο λιβάδι.
Σαλτάρει πάνω στο κλαρί,
κοιτώντας κάτου στο μαντρί,
επτά ωραία άσπρα.
Τα άσπρα βέλαζαν πολύ,
τα μαύρα ετοιμαζόνταν,
λιγιόνταν και σιόνταν"
Και πάνω εκεί στις αγωνίας την ώρα, η άσφαλτος επυρακτώθη και είπε να απουσιάσει...
Έτσι προς χάριν εντυπώσεως, εγκολπόσεως, ταχυρύθμου ανανεώσεως
Έτσι για να αποξύσω το σπυρί που φλέγεται...
Μα πάνω από όλα για να επισκευτώ το ύστερο παρελθόν.
Το αφετηριακό ΕΙΝΑΙ μας.....
Για τούτο απόσωσα και ξεκουράστηκα.....
Γιατί "σπεύδω βραδέως" στο "γοργόν και χάριν έχει"....
Γιατί μονάχος περπατώ και πίσω μου ακούγονται φωνές του στυλ...
"Είστε πολύ λιμοκοντόρος και ευθυτενής"... Ένας Λόρδος στο Μπραχάμι....
"Μπραχάμι, Μπραχάμι μακριά από το λιβάνι.
Μην πιείς την κούπα την ψιλή
που έχει μέσα της λιρί ,
της κότας απολειφάδι...
Μπραχάμι Μπραχάμι,
μην πεις το όνειρο ξανά,
και μου 'ρθει ξανά
κανάς νταμπλάς.
Γιατί με πήρανε τα χρόνια ξαφινκά,
με πήγαν όνειρο μακριά,
στου δράκου τα αλώνια..."